
Μιλώντας στην Ολομέλεια επί του Σ/Ν για τις Σχολές Οδηγών, στάθηκα αποκλειστικά στην τροπολογία του Υπ. Εργασίας και Κοιν. Υποθέσεων





Η κυβέρνηση, τον Απρίλιο του 2021, προκήρυξε διαγωνισμό μέσω του ΟΠΕΚΑ για τα σχολικά γεύματα, όχι μόνο για τη σχολική χρονιά 2021-22, όπως γινόταν ως σήμερα, αλλά για μια τριετία, ως το 2023-24, αυξάνοντας κατά 10 εκ. το φετινό π/υ και τριπλασιάζοντάς τον, φθάνοντας έτσι στα 253,5 εκ. για τα τρία χρόνια.
Για να ευνοήσει μεγαλοεπιχειρηματίες ημετέρους, η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου συμπεριέλαβε για πρώτη φορά στη Διακήρυξη που ο ΟΠΕΚΑ επαναλάμβανε απαράλλακτη κάθε χρόνο, έναν όρο-καρμανιόλα, που απαιτούσε από τις υποψήφιες εταιρείες να έχουν λάβει, την τελευταία διετία, από μια και μόνη σύμβαση προμήθειας ζεστών γευμάτων, αμοιβή ίση με το 80% του έργου που διεκδικούσαν. Παράδειγμα για τα σχολικά γεύματα μιας πόλης με π/υ 3 εκ., έπρεπε να έχουν πάρει από μια μόνο σύμβαση 2,4 εκ. Ο όρος αυτός ευνοούσε τις μεγάλες επιχειρήσεις εστίασης εις βάρος των μικρομεσαίων, με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος των συμβάσεων να ανατεθούν σε λιγότερους από πέντε ανάδοχους. Μάλιστα, σε τρεις εταιρείες δόθηκαν συμβάσεις 127 εκ., το 50% του συνολικού π/υ της τριετίας.
Γι αυτό ακριβώς, το Ελεγκτικό Συνέδριο του Κράτους, για πρώτη φορά στην ιστορία των σχολικών γευμάτων, απεφάνθη στις 13/10 ότι ο διαγωνισμός δεν είναι σύννομος. Επομένως, ο διαγωνισμός κανονικά πρέπει να επαναπροκηρυχθεί, άρα για ένα εξάμηνο, μέχρι τον Μάιο περίπου, δεν θα δίνονται σχολικά γεύματα.
Η κυβέρνηση έφερε τροπολογία που επιτρέπει την απευθείας διαπραγμάτευση για να επιλεγούν οι προμηθευτές των σχολικών γευμάτων για το διάστημα αυτό, επικαλούμενη το άρ. 32 του ν. 4412/16 του ΣΥΡΙΖΑ περί δημοσίων συμβάσεων. Όμως ο νόμος δίνει αυτό το δικαίωμα σε μια αναθέτουσα αρχή μόνον εφόσον υπάρχει κατεπείγουσα ανάγκη οφειλόμενη σε γεγονότα απρόβλεπτα, που καθιστούν αδύνατη την τήρηση των προθεσμιών και εφόσον η κατεπείγουσα ανάγκη δεν απορρέει από ευθύνη της αναθέτουσας αρχής. Προϋποθέσεις που δεν ισχύουν στην περίπτωση των σχολικών γευμάτων.
Δηλαδή η ΝΔ ζητά από τη Βουλή να παρανομήσει, υπό τη Δαμόκλειο Σπάθη ότι δεν θα διανεμηθούν φέτος σχολικά γεύματα, διακινδυνεύοντας να ακυρωθεί και η διαδικασία της διαπραγμάτευσης, με μόνο στόχο να συνεχίσει την τακτική εύνοιας προς ημετέρους.
Για να ξαναξεκινήσει η διανομή σχολικών γευμάτων, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προτείνει:
1ον: Τα σχολικά γεύματα από τον Ιανουάριο μέχρις ότου ολοκληρωθεί ο νέος τακτικός διαγωνισμός που πρέπει να προκηρυχθεί, να τα αναλάβουν οι εταιρείες που τα είχαν αναλάβει τη σχολική χρονιά 2020-2021 με το νόμιμο διαγωνισμό που είχε διενεργηθεί από τη ΝΔ.
2ον: Να καλύψουν οι εταιρείες αυτές, με την ίδια τιμή μονάδος και ισοκατανομή μεταξύ τους τυχόν επιπλέον σχολεία στην περιοχή αρμοδιότητας τους, ή όμορους δήμους, ή όμορες Περιφερειακές Ενότητες που συμπεριλήφθηκαν για πρώτη φορά φέτος στο διαγωνισμό που κατέπεσε (αξίας 10 εκ. επιπλέον).
3ον: Να αποσυρθεί η μη σύννομη τροπολογία της κυβέρνησης και να εισαχθεί άμεσα νέα τροπολογία που θα εφαρμόζει την πρόταση τη τροπολογίας του ΣΥΡΙΖΑ της 2/11/2021.
4ον: Ο νέος διαγωνισμός να προκηρυχθεί με τους ίδιους ακριβώς όρους που εφαρμόζονταν μέχρι το 2020 από τον ΟΠΕΚΑ και μόνο για μια χρονιά, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ είχε δεσμευτεί ότι το 2023-24 θα δίνονται σχολικά γεύματα σε όλα τα 600.000 παιδιά του δημοτικού, με κόστος – τι ειρωνεία- 253 εκ.- ενώ η ΝΔ δεσμεύειτο κράτος να δίνει μόνον 210 χιλ. μέχρι τότε.
Και κατέληξα λέγοντας: Σήμερα, που η ακρίβεια απειλεί όλα τα νοικοκυριά και η φτώχεια χτυπάει την πόρτα και των μεσαίων στρωμάτων τα σχολικά γεύματα είναι περισσότερο αναγκαία παρά ποτέ. Για τη σωστή διατροφή των παιδιών, την ανακούφιση των μητέρων από την έγνοια του μεσημεριανού φαγητού, την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των τοπικών αγορών.